Перевод: с русского на все языки

со всех языков на русский

Κασπία θάλασσα

  • 1 Каспийское море

    Русско-греческий словарь > Каспийское море

  • 2 море

    -я, πλθ. -я, -и ουδ.
    1. η θάλασσα•

    средиземное море Μεσόγεια θάλασσα•

    балтийское море Βαλτική θάλασσα•

    каспийское море Κασπία θάλασσα•

    взволнованное море ταραγμένη θάλασσα•

    бурное море τρικυμισμένη θάλασσα•

    за -ем πέραν των θαλασσών μακριά στα ξένα•

    из-за -я πέρα από τις θάλασσες, εκείθεν των θαλασσών.

    || πέλαγος•

    эгиско море Αιγαίο πέλαγος•

    ионическое море Ιόνιο πέλαγος.

    || λίμνη πολύ μεγάλη•

    аральское море η λίμνη Αρρίλη.

    2. μτφ. πάρα πολύ, ποτάμι, ωκεανός•

    море слз π,οτάμια δάκρυα•

    море крови ποτάμια αίματος.

    || τεράστια έκταση•

    хлебов θάλασσα σιτηρών.

    3. επίρ. δια θαλάσσης•

    ехать -ем ταξιδεύω δια θαλάσσης.

    εκφρ.
    житейское мореπαλ. πολυτάραχος (πολυκύμαντος) βίος•
    в открытое море (выйти); в открытом -е – στα ανοιχτά της θάλασσας•
    за -ем, (мореями)παλ. στα ξένα•
    на дне -я найти (сыскать); со дна -я достать – να βρεθεί οπού και να είναι, έστω και στα βάθη της θάλασσας•
    ждать у -я погоды – εκ Ναζαρέτ δύναται αγαθόν είναι; ή από του διαβόλου την αυλή ούτε ερίφι ούτε αρνί.

    Большой русско-греческий словарь > море

См. также в других словарях:

  • Κασπία θάλασσα — (ρωσ. Κασπίσκογιε Μόρε, περσ. Νταριάι ε Μαζανταράν). Λιμναία λεκάνη (373.000 τ. χλμ.) της νοτιοδυτικής Ασίας· πρόκειται για τη μεγαλύτερη εσωτερική θάλασσα του κόσμου. Περιβάλλεται ΒΑ από το Καζακστάν, ΝΑ από το Τουρκμενιστάν, Ν από το Ιράν, ΝΔ… …   Dictionary of Greek

  • θάλασσα — η 1. το σύνολο των αλμυρών υδάτων που καλύπτουν τα τρία τέταρτα της επιφάνειας της Γης. 2. κάθε τμήμα αυτής της υδάτινης επιφάνειας: Βαλτική θάλασσα. 3. λίμνη πολύ μεγάλη σαν θάλασσα ή μικρή αλλά με αλμυρά ή υφάλμυρα ύδατα: Κασπία θάλασσα. 4. το… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • θάλασσα — Το σύνολο του όγκου του αλμυρού νερού που καλύπτει τις κοιλότητες της γήινης επιφάνειας και επιτρέπει να προβάλλουν η ηπειρωτική ξηρά και τα νησιά. Με την περιορισμένη έννοια, ο όρος υποδηλώνει ένα οποιοδήποτε, πολύ ή λίγο, ευρύ τμήμα του ίδιου… …   Dictionary of Greek

  • Λευκή θάλασσα — (αγγλ. White Sea, ρωσ. Beloje More). Θαλάσσια εσοχή (95.000 τ. χλμ.) του Αρκτικού ωκεανού στις ακτές της βορειοδυτικής Ρωσίας. Αποτελεί βραχίονα της θάλασσας του Μπάρεντς, με την οποία χωρίζεται από έναν στενό δίαυλο βάθους μόλις 40 μ., και… …   Dictionary of Greek

  • Ιράν — Επίσημη ονομασία: Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν Παραδοσιακή ονομασία: Περσία Έκταση: 1.648.000 τ. χλμ. Πληθυσμός: 65.540.226 (2002) Πρωτεύουσα: Τεχεράνη (6.758.845 κάτ. το 1996)Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β με το… …   Dictionary of Greek

  • Αζερμπαϊτζάν — I Κράτος της Υπερκαυκασίας, στη ΝΔ Ασία.Συνορεύει με τη Ρωσία στα Β, τη Γεωργία στα ΒΔ, την Αρμενία στα Δ και με το Ιράν, και πιο συγκεκριμένα την επαρχία που αποκαλείται επίσης Α., στα Ν. Όλη η ανατολική του πλευρά βρέχεται από την Κασπία… …   Dictionary of Greek

  • Ευρώπη — I Μία από τις πέντε ηπείρους. Είναι το μικρότερο τμήμα του κόσμου μετά την Αυστραλία και την Ωκεανία. Από μία άποψη θα μπορούσε να θεωρηθεί το ακραίο δυτικό τμήμα της Ασίας, της οποίας αποτελεί τη φυσική προέκταση. Πράγματι, δεν υπάρχουν φυσικά… …   Dictionary of Greek

  • Καύκασος ή Καυκασία — (Caucasia). Γεωγραφική περιοχή (440.000 τ. χλμ.), που περιλαμβάνει το απώτατο μέρος της δυτικής Ρωσίας (Βόρεια Καυκασία, παλαιότερα Εγγύς Καυκασία, Ciscaucasia) και τη Γεωργία, την Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν (Υπερκαυκασία, Transcaucasia).… …   Dictionary of Greek

  • Βόλγας — (Volga). Ποταμός (3.688 χλμ.) στην ευρωπαϊκή Ρωσία, που εκβάλλει στην Κασπία θάλασσα. Είναι ο μεγαλύτερος ποταμός της Ευρώπης, τόσο σε μήκος όσο και στην ευρύτητα της λεκάνης απορροής (1.380.000 τ. χλμ.). Πηγάζει από τα υψώματα του Βαλντάι, κοντά …   Dictionary of Greek

  • Καζακστάν — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία του Καζακστάν Παλαιότερη ονομασία: Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία του Καζακστάν (1925 91) Έκταση: 2.717.300 τ. χλμ. Πληθυσμός: 16.741.519 (2002) Πρωτεύουσα: Αστάνα (319.300 κάτ. το 1999)Κράτος της κεντρικής Ασίας.… …   Dictionary of Greek

  • Αρμενία — I Ιστορική γεωγραφική περιοχή (περ. 140.000 τ. χλμ.) της δυτικής Ασίας με ασφαλή μάλλον φυσικά σύνορα. Γενικά ως Α. ορίζεται η περιοχή που εκτείνεται σε μήκος μεταξύ του άνω ρου του Ευφράτη και της λεκάνης της Ουρμίας λίμνης και σε πλάτος μεταξύ… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»